[Εκκένωση των Παπαδιανών στα Χανιά προχώρησαν οι αρχές
ΕΔΩ]
του Σάκη Κουρουζίδη
Φέτος και παρά τις ζέστες, άργησαν κάπως οι μεγάλες πυρκαγιές
στα δάση. Βέβαια, οι συνέπειες των υψηλών θερμοκρασιών θα φανούν
αργότερα και θα «διευκολύνουν» την ανάφλεξη της ξερής μάζας που
δημιούργησαν.
Γιατί, όμως, καίγονται τα δάση; Οι αιτίες είναι πολλές: γεωργικές
δραστηριότητες, ταξιδιώτες/εκδρομείς, κακόβουλες πράξεις (εμπρησμοί),
χωματερές, αυταναφλέξεις, στρατιωτικές δραστηριότητες, κυνήγι, άλλες
αιτίες που υποδηλώνουν αμέλεια, δίκτυα ΔΕΗ κλπ. Ένα μεγάλο μέρος των
πυρκαγιών, μένουν ανεξιχνίαστες ως προς τα ακριβή αίτια που τις
προκάλεσαν. Ειδικά στην Ελλάδα, η «αιτία» αυτή είναι η …μεγαλύτερη!
Η σαιζόν όμως, ξεκίνησε όπως πάντα. Όποιος, από μια πυρόπληκτη
περιοχή, βλέπει μπροστά του έναν δημοσιογράφο, μια κάμερα, σπεύδει να
καταγγείλει τον «σίγουρο εμπρησμό». Όλες οι ανταποκρίσεις από τις
περιοχές των πυρκαγιών θέτουν απαραιτήτως το ερώτημα: υπάρχει υποψία
εμπρησμού; Αν δεν το πει αυθορμήτως, λοιπόν, κάποιος κάτοικος ή
«αρμόδιος», το θέτει πάντα ο ερωτών δημοσιογράφος. Και η απάντηση είναι
σχεδόν πάντα η ίδια: «υπάρχουν ενδείξεις εμπρησμού»! Και καλά ένας
πυρόπληκτος, μέσα στον πανικό και την απόγνωσή του, εύκολα μπορεί να
παρασυρθεί σε εν θερμώ εκτιμήσεις που εκτονώνουν καλύτερα την οργή του
για το κακό που τον βρήκε. Αλλά πολιτικοί, τοπικοί άρχοντες,
πυροσβέστες, αστυνομικοί και λοιποί "υπεύθυνοι", πώς γίνεται να βλέπουν
παντού και μόνον αδίστακτους εμπρηστές;
Και ποιες είναι οι ...συνήθεις ενδείξεις; Πολλές εστίες ταυτόχρονα,
περίεργες αναζωπυρώσεις, υπολείμματα εμπρηστικού μηχανισμού ή κάποιο
γκαζάκι στο δάσος, «ύποπτα μηχανάκια στην περιοχή» κλπ.
«Ενδείξεις εμπρησμού»!
Οι εμπρησμοί, μέχρι πριν λίγο καιρό, αποδίδονταν κατά κανόνα σε
οικοπεδοφάγους και δευτερευόντως σε βοσκούς ή σε κάποιους με ψυχολογικά
προβλήματα.
Οι θεωρίες, όμως, για οικοπεδοφάγους εμπρηστές έχουν βάση. Άλλο, βέβαια, υπαρκτό κίνητρο εμπρησμού και άλλο «
οργανωμένο σχέδιο».
Σχέδιο σημαίνει ότι ο οικοπεδοφάγος της Αχαΐας, πχ., ψάχνει και βρίσκει
τον οικοπεδοφάγο της Κερατέας και της Χαλκιδικής και «οργανώνονται» για
να βάλουν τις φωτιές βάσει ενός «σχεδίου». Αδυνατώ να εντοπίσω
οποιοδήποτε λόγο, κίνητρο ή ανάγκη για έναν τέτοιο συντονισμό
μεμονωμένων οικοπεδοφάγων. Ο καθένας από αυτούς που επιθυμεί την αλλαγή
χρήσης, με τη μέθοδο του εμπρησμού, μιας δασικής έκτασης που κατέχει, σε
τίποτα δεν θα ωφεληθεί ο ίδιος αν την ίδια ώρα το πετύχει και κάποιος
άλλος οικοπεδοφάγος σε μια άλλη περιοχή της χώρας. Ούτε το εγχείρημά του
γίνεται πιο αποτελεσματικό από ένα τέτοιο «σχέδιο». Άρα, έχει κάθε
λόγο, να μην μάθει κανείς άλλος το προσωπικό του εγχείρημα, γιατί, χωρίς
να ωφελείται σε κάτι, διακινδυνεύει περισσότερο αν στο «σχέδιο»
εμπλακούν πολλοί.
Έτσι κι αλλιώς, η «τεχνογνωσία» που απαιτείται για τον εμπρησμό είναι
τόσο απλή και διαδεδομένη, που ούτε από εκεί θα είχε όφελος. Όλοι
ξέρουν ότι οι πιο ζεστές μέρες του καλοκαιριού, και δη του καύσωνα,
είναι οι πιο πρόσφορες για το εγχείρημά τους, ότι πρέπει να προσέξουν
την κατεύθυνση του αέρα για να επιλέξουν το σωστό σημείο που θα βάλουν
τη φωτιά, για να κάψουν το δικό τους κομμάτι και όχι του γείτονα, ότι το
απόγευμα προσφέρεται για πολλούς λόγους ως κατάλληλη ώρα γιατί είναι
πιο ζεστή η «μάζα» που θα καεί και γιατί ακολουθεί η νύχτα που
δυσκολεύει την κατάσβεση.
Ως προς τα
σύνεργα τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά.
Αρκεί ένα στουπί περιλουσμένο με βενζίνη να τοποθετηθεί σε κατάλληλο
μέρος την κατάλληλη ώρα. Οι εκρηκτικοί μηχανισμοί, που κάποιοι
υποτίθεται ότι βρίσκουν μέσα στα καμένα και τους παρουσιάζουν ως
τεκμήρια εμπρησμού, ως «φιλοσοφία» στερούνται κάθε λογικής. Οι
εμπρηστικοί μηχανισμοί είναι κατάλληλοι να ανατινάζουν κτίρια, να
σκοτώνουν ανθρώπους, να καίνε αυτοκίνητα και όχι να προκαλούν μια απλή
φωτιά σε δάσος. Για το σκοπό αυτό αρκεί ένα στουπί ή μια φανέλα που την
βουτάς σε ένα εύφλεκτο υγρό, δεν χρειάζεται μπουλντόζα για να γκρεμίσεις
ένα παιδικό πύργο στην άμμο! Εξάλλου, ο μηχανισμός αφήνει ίχνη ενώ το
στουπί, όχι! (όποιος λέει ότι βρήκε στουπί μετά τη φωτιά, ως τεκμήριο
εμπρησμού, να το εκθέσει σε μουσείο γιατί θα είναι σπάνιας αξίας
αντικείμενο που επιβίωσε μετά από μια πυρκαγιά, ενώ θα έπρεπε να είναι
το πρώτο που θα καεί και να μην αφήσει ούτε κλωστούλα άκαυτη).
Ως απόδειξη οργανωμένου σχεδίου πολύ συχνά εμφανίζονται οι πολλές
ταυτόχρονες εστίες
που κάποιοι συμπολίτες μας έχουν το μεγάλο προνόμιο να αντιλαμβάνονται,
γιατί έχουν τη σπάνια τύχη –πάντα κάποιος, σε κάθε φωτιά- να βρίσκονται
σε ένα σημείο με πανοραμική θέα από όπου μπορούν να αντιλαμβάνονται τις
«ταυτόχρονες εστίες». Μια φωτιά, όμως, η ίδια φωτιά, μεταδίδεται με
πολλούς τρόπους. Ανάλογα με τους ανέμους, την κλίση του εδάφους, το
είδος της βλάστησης και άλλους παράγοντες, είναι δυνατόν να πεταχτεί
ακόμη και 500 μέτρα απόσταση και από μη γνωρίζοντες να θεωρηθεί ως νέα
εστία, ανεξάρτητη από την άλλη, που …δεν μπορεί παρά να την έβαλε
εμπρηστής. Επίσης, μια φωτιά, ως γνωστόν, μπορεί να καίει και να
μεταδίδεται μόνον στην επιφάνεια του εδάφους, εφόσον υπάρχει «μάζα» να
καεί και εφόσον δεν υπάρχουν χαμηλά κλαδιά από τα δέντρα για να αρπάξουν
και να κάψουν ολόκληρο το δέντρο (ο κορμός ενός μεγάλου δέντρου,
βέβαια, δεν αρπάζει εύκολα από μια έρπουσα φωτιά). Όταν, μετά από 100,
300, 500 μέτρα βρεθούν χαμηλά κλαδιά και αρπάξει φωτιά ολόκληρο το
δέντρο, από μακριά κάποιος που δεν ξέρει, πάλι μπορεί να το θεωρήσει ως
νέα εστία και τεκμήριο «σχεδίου εμπρηστών».
Οι
αναζωπυρώσεις, πολύ συχνά, αποτελούν, αφελώς,
τεκμήριο νέου χτυπήματος των εμπρηστών (η πρόβλεψη για παραμονή σε
επιφυλακή για 24 ώρες μετά το σβήσιμο μια πυρκαγιάς, αυτό ακριβώς
υπονοεί, τον κίνδυνο, μια εστία που δεν φαίνεται, να φουντώσει μετά από
πολλές ώρες χωρίς την βοήθεια εμπρηστών).
Οι
φωτοβολίδες, πάλι, ως εργαλείο εμπρησμού είναι
εντελώς επιπόλαια επινόηση, γιατί κάποιος επίδοξος εμπρηστής, ενώ μπορεί
να βάλει φωτιά με ένα στουπί και να απομακρυνθεί αθόρυβα, πετάει μια
φωτοβολίδα και είναι σαν φωνάζει σε παρατυχόντες περαστικούς ότι,
προσέξετε, κάτι γίνεται εδώ, κάποιος βάζει φωτιά. Είναι πιο λογικοί,
νομίζω, οι εμπρηστές!
Παρεμφερές σενάριο με τους εμπρηστικούς μηχανισμούς και τις φωτοβολίδες, είναι αυτό με τα ανευρεθέντα στον τόπο του εγκλήματος
γκαζάκια,
ενός ...σπάνιου για την ελληνική ύπαιθρο αντικειμένου, όπου, ως
γνωστόν, μόνο παλιά στρώματα, κουζίνες, πλυντήρια, μπουκάλια και
αποτσίγαρα μπορεί να βρει κανείς και ποτέ γκαζάκια! Αν κάποιος έκανε μια
μονάδα ανακύκλωσης με γκαζάκια που είναι πεταμένα στα δάση και τους
αγρούς, θα έκανε την καλή του.
Αυτό πάλι το εύρημα με κάποιους τύπους με
μηχανάκια που κινούνταν «ύποπτα»(!!!),
τι αλήθεια να σημαίνει; Τα μηχανάκια στην ελληνική ύπαιθρο –και στις
πόλεις- είναι τόσο πολλά που αν κάθε φορά που βλέπαμε μηχανάκι να
κινείται σε αγροτικό ή δασικό δρόμο καλούσαμε την αστυνομία ή την
πυροσβεστική (για να μην πω την αντιτρομοκρατική) θα παραλύαμε το
σύστημα εντελώς! Το ότι κινούνταν «ύποπτα» στην περιοχή, ας το αφήσουμε
ασχολίαστο.
Η Κύπρος η οποία διαθέτει ακριβή στοιχεία για τα
αίτια των πυρκαγιών,
στην επίσημη ιστοσελίδα του υπ. Περιβάλλοντος, αναφέρει: οι δασικές
πυρκαγιές οφείλονται σε γεωργικές δραστηριότητες κατά 20%, σε
ταξιδιώτες/εκδρομείς 15%, σε κακόβουλες πράξεις (εμπρησμοί!) 11%, σε
στρατιωτικές δραστηριότητες 5%, στο κυνήγι 2% κλπ. –και πολλές
ανεξιχνίαστες, φυσικά.
Εμπρησμοί, βέβαια, γίνονται, αλλά σε ποιο ποσοστό μπορούν να φτάσουν;
Η έλλειψη επίσημων στατιστικών για τα αίτια των δασικών πυρκαγιών, δεν
σημαίνει ότι απουσιάζει εντελώς κάποια εικόνα γι’ αυτά. Ο καθηγητής του
ΤΕΙ Θεσσαλονίκης, Φωκίων Βοσνιάκος, σε μια παλιότερη μελέτη του, θεωρεί
ότι
«το 52% των πυρκαγιών προκαλούνται από αυταναφλέξεις, δηλαδή,
από συγκέντρωση και αντανάκλαση ηλιακών ακτίνων από σπασμένα γυαλιά και
κονσέρβες (και από αυτές το 27% σε αυταναφλέξεις από ανεξέλεγκτες
χωματερές). Είναι δύσκολο ν’ αποδείξεις ότι μια φωτιά προκλήθηκε από
εμπρησμό, γιατί σπανίως υπάρχουν ακριβή στοιχεία που να μαρτυρούν κάτι
τέτοιο. Να φανταστείτε ότι εξακριβωμένους από πρόθεση εμπρησμούς
συναντάμε σε ένα ποσοστό μεγέθους 1,5 με 2%», λέει ο κ. Φ.Β.
Παραδοσιακές απειλές για τα δάση
Από πού μας προέκυψαν, λοιπόν, τόσοι εμπρηστές;
Οι καταγγελίες περί εμπρησμών, περιαστικών κυρίως δασών, άρχισαν να
ακούγονται όταν η δεύτερη –παραθεριστική- κατοικία έψαχνε χώρο να
απλωθεί. Οργανωμένα σχέδια για την οικιστική ανάπτυξη, πρακτικά δεν
υπήρχαν. Αυτό άφησε χώρο για την ανάπτυξη πολλών και ευφάνταστων
μεθοδεύσεων για την κατάληψη περιοχών «εκτός σχεδίου». Οι κυρίαρχες
μεθοδεύσεις κινούνταν με 2-3 βασικά σενάρια.